“Εντοπίσαμε γονίδια, οι δράσεις των οποίων διαφέρουν σε συνάρτηση με τη μετάλλαξη των δύο αυτών αμινοξέων, συμπεριλαμβανομένων μερικών γονιδίων η λειτουργία των οποίων είναι βασική στο κεντρικό νευρικό σύστημα”, αναφέρουν οι ερευνητές. Σύμφωνα με τον εκ των συντακτών της έρευνας, Ντάνιελ Γκέσουϊντ, του πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας στο Λος Άντζελες (UCLA), οι έρευνες έδειξαν πειραματικά αυτή τη διαφορά.
Για την έρευνα αυτή, χρησιμοποιήθηκαν από τους ερευνητές ιστοί από ανθρώπινους εγκεφάλους και εγκεφάλους χιμπαντζήδων, όπως και καλλιέργειες κυττάρων, για να συγκριθεί η επίδραση που έχουν στον άνθρωπο και στον πίθηκο οι παραλλαγές του γονιδίου FOXP2 στην ομάδα γονιδίων που ευθύνονται για την ομιλία.
“Αποτυπώνοντας τα γονίδια που επηρεάζονται από το FOXP2, εντοπίσαμε ένα σύνολο νέων εργαλείων για να μελετήσουμε τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να ελεγχθεί η ανθρώπινη ομιλία σε μοριακό επίπεδο”, σημειώνει η Ζενεβιέβ Κονόπκα,συντάκτρια της έρευνας. Σύμφωνα με τις έρευνες, ο άνθρωπος και ο χιμπαντζής φέρεται ότι χωρίστηκαν πριν από 5 εκατομμύρια χρόνια, αλλά οι παλαιοντολόγοι-ανθρωπολόγοι τοποθετούν την εμφάνιση της ανθρώπινης ομιλίας πριν από 100.000 ή ακόμη και 70.000 χρόνια.
Οι επιστήμονες από την άλλη, υποστηρίζουν πως ο άνθρωπος έχει και μορφολογικά χαρακτηριστικά που διαφέρουν σε σχέση με τον χιμπατζή και του επιτρέπουν να μιλάει, και όχι μόνο γονιδιακές διαφορές. “Δεν γνωρίζουμε τί θα συνέβαινε αν βάζαμε έναν ανθρώπινο εγκέφαλο σε έναν χιμπαντζή -θα μπορούσε να μιλήσει; Η πλειοψηφία των ανθρώπων πιστεύουν πως όχι, γιατί στον άνθρωπο η γλώσσα, η άνω αναπνευστική οδός και ο ουρανίσκος προσφέρουν μια δομή που είναι πολύ πιο προσαρμοσμένη στην ομιλία” καταλήγει ο Γκέσουϊντ.
0 ΠΑΤΟΥΣΕΣ:
Δημοσίευση σχολίου